ΚΑΤΑΠΟΣΗ

Μηχανισμός κατάποσης

Η κατάποση είναι μια διαδικασία που συμβαίνει καθημερινά, αφού τα υγιή παιδιά καταπίνουν περίπου 1.000 φορές την ημέρα, ενώ οι υγιείς ενήλικες περίπου 600-2.000 φορές την ημέρα. Επομένως, η κατάποση είναι μια από τις πιο συχνές κινητικές λειτουργίες του οργανισμού μας. Η χρησιμότητά της έγκειται στη μεταφορά του σάλιου, των υγρών και των στερεών τροφών από τη στοματική κοιλότητα στο στομάχι.

Η φυσιολογική κατάποση απαιτεί υγιές νευρικό σύστημα, ορισμένες δομικές προϋποθέσεις στην περιοχή του φάρυγγα και του λάρυγγα, καθώς και
ένα λειτουργικά ικανό μυϊκό σύστημα. Ειδικότερα, για την κατάποση χρειάζεται ο συντονισμός και ο έλεγχος 50 μυϊκών ομάδων και 5 κρανιακών νεύρων.

Τι είναι η δυσφαγία

Η θρέψη και η ενυδάτωση του οργανισμού αφενός, η λήψη τροφής από το στόμα αφετέρου, έχουν καθοριστικό ρόλο στην απόλαυση της ζωής και
την κοινωνική ενσωμάτωση. Η διαταραχή της κατάποσης ονομάζεται δυσφαγία. Η δυσφαγία είναι δυνατό να εκδηλωθεί είτε με τη μορφή υποθρεψίας,
είτε ως εισρόφηση, δημιουργώντας καταστάσεις που μπορεί να είναι απειλητικές για τη ζωή του ασθενούς.

Συμπτώματα διαταραχών κατάποσης
Άμεσες ενδείξεις για την εμφάνιση διαταραχής κατάποσης σε ασθενή αποτελούν η χρονικά παρατεινόμενη διάρκεια λήψης τροφής, η αλλαγή της στάσης σώματος κατά τη λήψη τροφής, ο φόβος πριν την κατάποση, η δυσχέρεια λήψης ορισμένων ουσιών, η παραμένουσα τροφή στο στόμα,
οι αναγωγές και ο βήχας κατά ή μετά τη σίτιση. Εκτός από αυτά, υπάρχουν και έμμεσα συμπτώματα, τα οποία δεν συνδέονται με τη λήψη τροφής,
όπως η απώλεια σωματικού βάρους, ο συχνός και αδιευκρίνιστος πυρετός, ο αυξανόμενος βήχας, τα επαναλαμβανόμενα επεισόδια βρογχίτιδας ή πνευμονίας, η μεταβολή της φωνής ή της ομιλίας και, τέλος, το αίσθημα ξένου σώματος στο λαιμό.

Επιπτώσεις δυσφαγίας

Όταν η τροφή καταλήγει στους πνεύμονες, δημιουργείται φλεγμονή με παραγωγή πύου και βλέννης. Ο ασθενής οξυγονώνεται λιγότερο, η όρεξη σταδιακά μειώνεται, το ίδιο και η επιθυμία για νερό. Η γενικότερη κακουχία του οργανισμού, η μείωση του οξυγόνου του αίματος και κυρίως η μείωση της πρόσληψης επαρκούς τροφής βλάπτουν τον εγκέφαλο. Η φλεγμονή παράγει πύον και βλέννη, που ανεβαίνουν προς τα πάνω για να αποβληθούν (πτύελα).
​Την κατάσταση περιπλέκουν και μικρόβια που κατέβηκαν μαζί με την τροφή. Για τα μικρόβια, η τροφή είναι άριστο θρεπτικό υλικό.

  • Χρόνια αφυδάτωση
  • Διαταραχές θρέψης και καχεξία
  • Κοινωνικός αποκλεισμός
  • Κατάθλιψη
  • Αύξηση του κόστους περίθαλψης (συμπληρώματα διατροφής, παρεντερική σίτιση)
  • Κατακλίσεις

Ποιοι μπορούν να πάσχουν από διαταραχές κατάποσης

Ασθενείς που πάσχουν από:

  • αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια (συχνά στις μεγάλες ηλικίες είναι «σιωπηλά»)
  • εκφυλιστικές νόσους (Parkinson, Alzheimer)
  • γεροντική άνοια
  • καρδιολογικές παθήσεις (όπως καρδιοχειρουργημένοι ασθενείς, ασθενείς με αρρυθμίες, καρδιακή ανεπάρκεια και οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου)

Επίσης, ασθενείς που παρουσιάζουν:

  • παρενέργειες λόγω πολλαπλής φαρμακευτικής αγωγής (που μπορεί να προκαλέσει ξηροστομία, μείωση της κινητικότητας του οισοφάγου ή
    ​και γαστρίτιδα/οισοφαγίτιδα)
  • κακοήθεια κεφαλής και τραχήλου ή έχουν υποβληθεί σε χειρουργείο, ακτινοθεραπεία ή χημειοθεραπεία

Πώς διενεργείται ο έλεγχος κατάποσης

Η εκτίμηση γίνεται με τη λήψη λεπτομερούς και περιγραφικού ιστορικού
του ασθενούς σε ό,τι αφορά το γενικό ιατρικό ιστορικό, τις διατροφικές του συνήθειες, τα συμπτώματά του, το επίπεδο θρέψης του και τη φαρμακευτική του αγωγή. Στη συνέχεια, πραγματοποιείται μια πλήρης ωτορινολαρυγγολογική εξέταση με την παρουσία ειδικού λογοθεραπευτή, εξειδικευμένου στις διαταραχές κατάποσης. Η τελική εκτίμηση περιλαμβάνει μια λειτουργική ενδοσκοπική εκτίμηση κατάποσης (Functional Endoscopic Evaluation of Swallowing ή FEES).

Κατά την εξέταση αυτή, διενεργείται ενδοσκόπηση λάρυγγος, με τη χρήση ενός εύκαμπτου λαρυγγοσκοπίου, για την παρατήρηση των ανατομικών δομών. Ταυτόχρονα, πραγματοποιείται δοκιμασία κατάποσης υγρών και στερεών τροφών, με τη δυνατότητα άμεσης εκτίμησης της ενδεχόμενης παθολογίας. Η συνδρομή λογοθεραπευτή είναι καθοριστική, διότι κατά τη διάρκεια της εξέτασης εφαρμόζονται αντιρροπιστικές τεχνικές και εκτίμηση του πιθανού οφέλους.